Σελίδες

Πέμπτη 26 Μαΐου 2022

Ημερολόγιο 2005, Μαρία Πολυδούρη


 Ένα μοναδικό ημερολόγιο αφιερωμένο στην ποιήτρια Μαρία Πολυδούρη, που περιέχει ποιήματά της, αποσπάσματα από ένα ημιτελές πεζό που εκδόθηκε μετά το θάνατό της και από το ημερολόγιό της, επιστολές της προς τον Κώστα Καρυωτάκη και άλλους, κριτικά κείμενα για το έργο της καθώς και σπάνιο αρχειακό φωτογραφικό υλικό.

“Βλέπω μπροστά μου δροσερά λουλούδια ν’ ανθούν για μένα κι’ όμως δεν τα θέλω και δεν τα χαίρομαι. Έλα εσύ και στρώσε με αγκάθια το δρόμο να πατήσω να χυθεί στάλα τη στάλα όλο μου το αίμα και να σβήσω μπροστά σου, μισημένη από σε τον ίδιο κι’ ίσως περιφρονημένη.”
(Απόσπασμα από το ημερολόγιο της Μαρίας Πολυδούρη)

Τριάντα Κόκκους Κινίνο
" Γιατί ένα πλάσμα σαν και μένα να ελκύει την αγάπη αυτών που συναντάει μπρος του; Γιατί να μην υπάρχει μέσα μου καρδιά παρά εκεί που δεν πρέπει; Μπορεί ποτέ κανένας να φανταστεί ότι λυπάμαι βαθιά όταν καταλάβω ότι μ'αγαπούν; Κι όμως συμβαίνει γιατί έτσι καταλαβαίνω ότι μου δίνουν κάτι που δεν αξίζω πραγματικά κι αυτό με βασανίζει. Η ψυχή μου και η αγάπη γεννήθηκαν την ίδια μέρα. Δεν είναι αγάπη ό,τι έχω δοκιμάσει μέχρι τώρα...

Ώστε είμαι έκφυλη; Θα περάσω όλη μου τη ζωή σπέρνοντας από δω κι από κει ένα ένα τα φύλλα της καρδιάς μου και δοκιμάζοντας πάντα την τρομερή αυτή πλήξη που μου αφαιρεί κάθε περιέργεια και ενδιαφέρον για τα γύρω μου; Ένα όνειρο ακαθόριστο κλείεται μέσα μου. Δεν ζητώ τίποτα πια.

Ας φανερωθεί μπρος μου ο άνθρωπος που θα μπορέσω να τον αγαπήσω αληθινά με τρέλα, κι ας μη με αγαπήσει, δε με μέλλει. Θα ζω με την ευτυχία του να αγαπώ και θα πεθάνω έτσι. Δεν ανέχομαι πια την εκκρεμότητα αυτή του να κρέμεται σε μια κλωστή κάθε μου όνειρο
 Γεννήθηκα για ν'αγαπώ είναι αλήθεια και δεν μου αρκεί να μ'αγαπούν. Όταν εγώ δεν αγαπώ είμαι δυστυχής κι ας με αγαπούν.

Δευτέρα 15 Ιουνίου 1925

Το ίδιο ερώτημα σβήνει στα μάτια μας όταν τυχαία συναντηθούμε στο δρόμο… μ’ αντιπερνάμε χωρίς καμιά δύναμη να πάρουμε το δρόμο που αφήσαμε πίσω μας…

Γυρνώ μονάχα και τον κοιτάζω πάντα το δρόμο που αφήσαμε. Είναι μακρύς, σκοτεινός, γεμάτος δυσκολίες και φρίκη… Είναι τόσο μακρύς, τόσο δύσκολος… κι’ όμως -θεέ συγχώρεσέ με- θα τον έπαιρνα με την καρδιά γεμάτη δάκρυα και μεταμέλεια…

Με την καρδιά δεμένη με τα σίδερα της αμαρτίας θα ξεκινούσα να σε βρω, μοναδική κι’ αξέχαστή μου αγάπη…

Δεν έχω τίποτε άλλο στη ζωή μου τόσο γλυκό, τόσο όμορφο που θα μου δικαιώνει τη ζωή, κι’ ο θεός θα με συχωρούσε… Θα με συχωρούσες και συ φίλε που γεύομαι στης άδολης χαράς σου το ποτήρι βέβηλα… Ανόσια… Θα με συχωρούσες… Το ξέρω…

Γυρνώ κι’ αναμετρώ το δρόμο πάντα. Γύρισε προς ‘μένα το κεφάλι στην άκρη εκεί που βρίσκεσαι, κι’ ούτε ένα βήμα μην κάνεις εσύ στο δρόμο της αμαρτίας, θα πάρω μόνη μου στις αχαμνές μου πλάτες το φορτίο και θα ‘ρθω… Μονάχα βλέπε με καθώς θα ‘ρχομαι, μην πάρεις τα μάτια σου από μένα και πνιγώ μέσ’ στο σκοτάδι…

Δε θέλω τίποτε άλλο, μόνο να φτάσω, να σταθώ κοντά σου τόσο που φτάνει για να ειδώ… Να ειδώ το πρώτο βλέμμα σου εκείνο που μου ΄ριχνες σαν έφτανα… τις μικρούλες όλες εκείνες ρυτίδες στο πρόσωπό σου… Ω, ξέρω καλά πώς η καθεμιά τους γίνεται… Να ειδώ το χαμόγελό σου –πως είναι όλα τους στο λογικό μου εδώ γραμμένα- να ειδώ τα χέρια σου ν’ απλώνονται σε μένανε να με αγκαλιάσουν… Να ιδώ… Να νοιώσω το φίλημά σου…

Εδώ είμαι και καρτερώ, σε βλέπω, μη φύγεις, στρέψε την όψη σου από ‘δώ… Μη με αρνηθής, θα ζήσω στην πιο άχαρη ζωή χωρίς εσένα.

Βλέπω μπροστά μου δροσερά λουλούδια ν’ ανθούν για μένα κι’ όμως δεν τα θέλω και δεν τα χαίρουμαι.

Έλα εσύ και στρώσε με αγκάθια το δρόμο να πατήσω να χυθεί στάλα τη στάλα όλο μου το αίμα και να σβήσω μπροστά σου, μισημένη από σε τον ίδιον κι’ ίσως περιφρονημένη.

Μα δε γυρνάς καθόλου… Ποιος ξέρει σε τι ευτυχίας με σκέφτεσαι λιμάνι και δεν τολμάς… Ποιος ξέρει πάλι αν έχει ξανανθίσει εσέ η καρδιά σου κι’ ολότελα με ξέχασες…

Εδώ είμαι και καρτερώ να στρέψης την όψη σου σε μένα… ρέει το δάκρυ απ’ τα φτωχά μου μάτια νύχτα-μέρα… Τριγύρω μου φαρμακερά θ’ ανθίσουν λουλούδια… Θα υψωθούνε να με ζώσουν και θα πνιγώ απ’ αυτά, πέρα κρυμμένη πάντα.

Κι’ απ’ τα δικά σου μάτια… μείνε!

(Απόσπασμα από το ημερολόγιο της Μαρίας Πολυδούρη)