Luis Bunuel (1900-1983): Ισπανός σκηνοθέτης, σεναριογράφος και συγγραφέας. Στη διάρκεια των σπουδών του στο πανεπιστήμιο της Μαδρίτης, γνώρισε το ζωγράφο Σαλβαδόρ Νταλί, τον ποιητή Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα και άλλους καλλιτέχνες, που έστρεψαν το ενδιαφέρον του από τις φυσικές επιστήμες στην ποίηση και τον κινηματογράφο. Συνέχισε τις σπουδές του στο Παρίσι, όπου και δούλεψε σαν βοηθός σκηνοθέτη.
Το 1928, συνεργαζόμενος με τον Νταλί, σκηνοθέτησε την πρώτη του ταινία ("Ένας ανδαλουσιανός σκύλος"), ένα από τα αριστουργήματα του ποιητικού σινεμά, ξεκινώντας μια μεγάλη καριέρα. Κρατώντας πάντα την σουρεαλιστική αισθητική ως βασικό εκφραστικό μέσο του έργου του, έζησε και δημιούργησε σε πολλές χώρες (Ισπανία, Γαλλία, Μεξικό), κερδίζοντας παγκόσμια αναγνώριση και καταξίωση του έργου του. Επιλεγμένη φιλμογραφία: "Ένας ανδαλουσιανός σκύλος" (1928), "Ανέβασμα στον ουρανό" (1952), "Βιριδιάνα" (1961), "Η ωραία της ημέρας" (1967), "Η κρυφή γοητεία της μπουρζουαζίας" (1972).
LUIS BUNUEL : Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΠΝΟΗ(αποσπάσματα)
Όσο κι αν μερικοί δυσκολεύονται να το πιστέψουν, αγαπήσαμε ...
Μια
από τις πιο περίφημες έρευνες των σουρεαλιστών άρχιζε με την ερώτηση:
"Τι ελπίδες στηρίζετε στον έρωτα;". Εγώ απάντησα: "Αν αγαπώ, όλες μου
τις ελπίδες. Αν δεν αγαπώ, καμία".
Το να αγαπούμε μας φαινόταν αναγκαίο στη ζωή, σε κάθε πράξη, σε κάθε σκέψη, σε κάθε αναζήτηση.
Σήμερα, αν πιστέψω αυτά που μου λένε, συμβαίνει με τον έρωτα ό,τι και με την πίστη στο Θεό. Τείνει να εξαφανιστεί-τουλάχιστον σε ορισμένους χώρους. Πρόθυμα τον χαρακτηρίζουν σαν ένα ιστορικό φαινόμενο, σαν μια ψευδαίσθηση του πολιτισμού. Τον μελετούν, τον αναλύουν-και ει δυνατόν, τον θεραπεύουν.
Διαμαρτύρομαι. Δεν υπήρξαμε θύματα μιας ψευδαίσθησης. Όσο κι αν μερικοί δυσκολεύονται να το πιστέψουν, αγαπήσαμε.
Το να αγαπούμε μας φαινόταν αναγκαίο στη ζωή, σε κάθε πράξη, σε κάθε σκέψη, σε κάθε αναζήτηση.
Σήμερα, αν πιστέψω αυτά που μου λένε, συμβαίνει με τον έρωτα ό,τι και με την πίστη στο Θεό. Τείνει να εξαφανιστεί-τουλάχιστον σε ορισμένους χώρους. Πρόθυμα τον χαρακτηρίζουν σαν ένα ιστορικό φαινόμενο, σαν μια ψευδαίσθηση του πολιτισμού. Τον μελετούν, τον αναλύουν-και ει δυνατόν, τον θεραπεύουν.
Διαμαρτύρομαι. Δεν υπήρξαμε θύματα μιας ψευδαίσθησης. Όσο κι αν μερικοί δυσκολεύονται να το πιστέψουν, αγαπήσαμε.
Λατρεύω τα όνειρα, ακόμη κι όταν είναι εφιάλτες, όπως συμβαίνει συνήθως με τα δικά μου. Τα όνειρά μου είναι διαρκώς σπαρμένα από εμπόδια, που τα συναντώ ξανά και ξανά. Αλλά το ίδιο μου κάνει.
Αυτός ο τρελός έρωτας για το όνειρο, για την απόλαυση του να ονειρεύομαι τελείως απαλλαγμένος από οποιαδήποτε ανάγκη για εξήγηση, είναι ένα από τα βαθιά αισθήματα που μ’ έφεραν κοντά στο σουρεαλισμό. Ο Ανδαλουσιανός σκύλος γεννήθηκε από τη συνάντηση ενός ονείρου μου με ένα όνειρο του Νταλί. Αργότερα εισήγαγα όνειρα στις ταινίες μου, προσπαθώντας να αποφύγω τον λογικό κι επεξηγηματικό ρόλο που παίζουν συνήθως. Μια μέρα είπα σ’ ένα μεξικανό παραγωγό — που όμως δεν του άρεσε καθόλου το αστείο μου: «Αν η ταινία βγει πολύ μικρή, θα βάλω μέσα ένα όνειρο».
Λουίς Μπουνιουέλ, Η τελευταία πνοή, μτφ. Μαρία Μπαλάσκα, «Οδυσσέας».