Sonnet d’automne
» Pour toi, bizarre amant, quel est donc mon mérite ? «
– Sois charmante et tais-toi ! Mon coeur, que tout irrite,
Excepté la candeur de l’antique animal,
Ne veut pas te montrer son secret infernal,
Berceuse dont la main aux longs sommeils m’invite,
Ni sa noire légende avec la flamme écrite.
Je hais la passion et l’esprit me fait mal !
Aimons-nous doucement. L’Amour dans sa guérite,
Ténébreux, embusqué, bande son arc fatal.
Je connais les engins de son vieil arsenal :
Crime, horreur et folie ! – Ô pâle marguerite !
Comme moi n’es-tu pas un soleil automnal,
Ô ma si blanche, ô ma si froide Marguerite ?
Charles Baudelaire, Les fleurs du mal
Φθινοπωρινό σονέτο-Σαρλ Μπωντλαίρ, Απαγορευμένα ποιήματα
απόδοση: Γιώργος Σημηριώτης
Τα μάτια σου τα διάφανα σαν κρούσταλλο, μου λένε
«Για σε, παράξενε εραστή, σαν τί να αξίζω τάχα;»
Μείνε όμορφη και σώπα! Αυτή η καρδιά που όλα της φταίνε,
εξόν απ' την πρωτόγονη αθωότητα μονάχα,
δε θέλει το σατανικό κρυφτό της να σου μάθει,
λικνίστρα που το χέρι σου σε ύπνους βαθιούς με κράζει,
ούτε το μαύρο θρύλο της που με φωτιάν εγράφη.
Μισώ το πάθος κι η πολλή ξυπνάδα με κουράζει.
Ας αγαπιόσαστε ήσυχα. Ο έρωτας στη σκοπιά του
τεντώνει το μοιραίο του τοξάρι σκοτεινός.
Ξέρω τί βρόχια στην παλιά, φυλάγει, αρματωσιά του.
τρέλλα και φρίκη κι έγκλημα!- Χλωμή μου μαργαρίτα,
τάχα δεν είσαι σαν κι εμέ ήλιος φθινοπωρινός,
ω εσύ, που τόσο είσαι ψυχρή, λευκή μου Μαργαρίτα.
FEDERICO GARCIA LORCA
CANCIÓN OTOÑAL
Hoy siento en el corazón
un vago temblor de estrellas,
pero mi senda se pierde
en el alma de la niebla.
La luz me troncha las alas
y el dolor de mi tristeza
va mojando los recuerdos
en la fuente de la idea.
Todas las rosas son blancas,
tan blancas como mi pena,
y no son las rosas blancas,
que ha nevado sobre ellas.
Antes tuvieron el iris.
También sobre el alma nieva.
La nieve del alma tiene
copos de besos y escenas
que se hundieron en la sombra
o en la luz del que las piensa.
La nieve cae de las rosas,
pero la del alma queda,
y la garra de los años
hace un sudario con ellas.
¿Se deshelará la nieve
cuando la muerte nos lleva?
¿O después habrá otra nieve
y otras rosas más perfectas?
¿Será la paz con nosotros
como Cristo nos enseña?
¿O nunca será posible
la solución del problema?
¿Y si el amor nos engaña?
¿Quién la vida nos alienta
si el crepúsculo nos hunde
en la verdadera ciencia
del Bien que quizá no exista,
y del Mal que late cerca?
¿Si la esperanza se apaga
y la Babel se comienza,
qué antorcha iluminará
los caminos en la Tierra?
¿Si el azul es un ensueño,
qué será de la inocencia?
¿Qué será del corazón
si el Amor no tiene flechas?
¿Y si la muerte es la muerte,
qué será de los poetas
y de las cosas dormidas
que ya nadie las recuerda?
¡Oh sol de las esperanzas!
¡Agua clara! ¡Luna nueva!
¡Corazones de los niños!
¡Almas rudas de las piedras!
Hoy siento en el corazón
un vago temblor de estrellas
y todas las rosas son
tan blancas como mi pena.
ΦΘΙΝΟΠΩΡΙΝΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ- FEDERICO GARCIA LORCA
Σήμερα νιώθω στην καρδιά
ένα αβέβαιο τρέμουλο αστεριών,
αλλά το μονοπάτι μου χάνεται
στην ψυχή της ομίχλης.
Το φως μου κόβει τα φτερά
και ο πόνος της θλίψης μου
μουσκεύει τις αναμνήσεις
στην πηγή της ιδέας.
Όλα τα τριαντάφυλλα είναι άσπρα,
τόσο άσπρα όσο η λύπη μου,
και δεν είναι τα άσπρα τριαντάφυλλα,
που έχει χιονίσει πάνω τους.
Πριν είχαν το ουράνιο τόξο.
Αλλά ότι και στην ψυχή χιονίζει.
Το χιόνι της ψυχής έχει
τις νιφάδες των φιλιών και των σκηνών
που βυθίστηκαν στη σκιά ή στο φως
ανάλογα ποιός τις σκέφτεται.
Το χιόνι πέφτει απ' τα τριαντάφυλλα,
αλλά αυτό της ψυχής μένει,
και τ' αρπαχτικά νύχια των χρόνων
κάνουν ένα σάβανο μ' αυτά.
Θα λιώσει το χιόνι
όταν θα μας πάρει ο θάνατος;
Ή αργότερα θα υπάρξει ένα άλλο χιόνι
και άλλα τριαντάφυλλα τελειότερα;
Θα είναι μαζί μας η ειρήνη
όπως μας δίδαξε ο Χριστός;
Ή δεν θα είναι ποτέ δυνατή
η λύση αυτού του προβλήματος;
Κι αν η αγάπη μας εξαπατά;
Ποιόν η ζωή ενθαρρύνει εάν το λυκόφως μας βυθίζει
στην αληθινή επιστήμη
του Αγαθού που ίσως δεν υπάρχει,
και του Κακού που παραμονεύει δίπλα;
Εάν η ελπίδα εξαφανιστεί
και αρχίσει η Βαβέλ,
ποιά δάδα θα φωτίζει
τους δρόμους της Γης;
Εάν το γαλάζιο είναι ένα όνειρο,
Τί θα είναι η αθωότητα;
Τί θα είναι η καρδιά
αν ο Έρωτας δεν έχει βέλη;
Κι αν ο θάνατος είναι ο θάνατος,
τί θα είναι οι ποιητές
και τα βαρετά πράγματα
που κανείς πια δε θυμάται;
Ω Ήλιε των ελπίδων!
Γάργαρο νερό! Καινούριο φεγγάρι!
Καρδιές των παιδιών!
Ψυχές σκληρές πέτρινες!
Σήμερα νιώθω στην καρδιά
ένα αβέβαιο τρέμουλο αστεριών
και όλα τα τριαντάφυλλα
είναι τόσο άσπρα όσο η θλίψη μου.
Federico García Lorca
CANCIÓN OTOÑAL
Noviembre de 1918 (Granada)
ΠΗΓΗ
Sonnet 97
William Shakespeare
From thee, the pleasure of the fleeting year!
What freezings have I felt, what dark days seen!
What old December’s bareness every where!
And yet this time removed was summer’s time,
The teeming autumn, big with rich increase,
Bearing the wanton burden of the prime,
Like widow’d wombs after their lords’ decease:
Yet this abundant issue seem’d to me
But hope of orphans and unfather’d fruit;
For summer and his pleasures wait on thee,
And, thou away, the very birds are mute;
Or, if they sing, ’tis with so dull a cheer
That leaves look pale, dreading the winter’s near.
Σονέτο 97-
William Shakespeare
Μοιάζει χειμώνας ο καιρός που έχω φύγεικαι τη χαρά του χρόνου έχασα, εσένα·
πόσο σκοτάδι έχω νιώσει, πόσα ρίγη,
πόσο Δεκέμβρη σε τοπία ερημωμένα.
Κι ήταν ο απόδημος ο χρόνος καλοκαίρι,
μεστό φθινόπωρο μέσα στο γέννημά του,
που όλο της άνοιξης το λάγνο βάρος φέρει,
σαν μήτρα πλήρης μες στο πένθος του θανάτου.
Τόση πληθώρα, αποκύημα της λύπης
ήταν για μένα, και καρπός χωρίς πατέρα·
το καλοκαίρι ξέρει εσένα, κι όταν λείπεις
όλα σωπαίνουν τα πουλιά στον άδειο αέρα.
Κι αν κελαηδήσουν, λένε πένθιμο κανόνα,
κι ωχρούν τα φύλλα με το φόβο του χειμώνα.
Πηγή:
μετάφραση του Διονύση Καψάλη.
ΟΙ ΚΥΚΝΟΙ ΤΟ ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ-Ναπολέων Λαπαθιώτης
Οι κύκνοι το φθινόπωρο ζητάνε τη χαρά τους
γιατί η χαρά τους πέταξε μαζί με τ᾿ αγιοκαίρι…
Θα ζήσουν τάχα να τη βρούν, την άνοιξη; -Ποιος ξέρει;
…γιατί μπορεί και να χαθούν πριν βρούνε τη χαρά τους…
Απόψε την περίμεναν, σχεδόν όλο το βράδι,
ώσπου στο τέλος νύσταξαν κοιτώντας το σκοτάδι,
κι έγειραν και κοιμήθηκαν απάνω στα φτερά τους…
ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΟ ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ-Ναπολέων Λαπαθιώτης
Φθινόπωρο σ’ αγάπησα, την ώρα που τα φύλλα
πέφτουν, κι αφήνουν τα κλαριά γυμνά για το χειμώνα,
που βιάζουνται τα δειλινά, κι είναι τα ρόδα μήλα,
— κι είναι τα βράδια μόνα…
Και τώρα στέκω και ρωτώ: Ποια μοίρα, και ποια μπόρα,
καθώς τραβούσα μοναχός, το δρόμο της αβύσσου,
παράξενα κι ανέλπιστα, να μ’ έχει φέρει, τώρα,
ζητιάνο στην αυλή σου;…
Κι όταν το γιόμα χάνεται, κι η νύχτα κατεβαίνει,
και σιωπηλά, σαν τα βιβλία, το φως της μέρας
κλείνει,
να ’ρχουμαι, πάλι, να ζητώ μιάν ησυχία χαμένη,
σα μιάν ελεημοσύνη!
Σ’ αγάπησα φθινόπωρο, την ώρα που τα φύλλα
πέφτουν, κι αφήνουν τα κλαριά, κι είναι τα βράδια
μόνα…
Μ’ αλήθεια να σ’ αγάπησα, – η μην είν’ η ανατριχίλα
του ερχομένου χειμώνα;…
ΠΟΘΟΣ-Ναπολέων Λαπαθιώτης
Βαθύ χινόπωρο γοερό, πόσο καιρό σε καρτερώ,
με τις πλατιές, βαριές σου στάλες
των φύλλων άραχλοι χαμοί, των δειλινών αργοί καημοί,
που με μεθούσατε τις άλλες…
Τα καλοκαίρια μ᾿ έψησαν και τα λιοπύρια τα βαριά,
κι οι ξάστεροι ουρανοί οι γαλάζοι:
απόψε μου ποθεί η καρδιά πότε να ῾ρθεί μεσ᾿ τα κλαριά,
ο θείος βοριάς και το χαλάζι!
Τότε, γερτός κι εγώ ξανά, μεσ᾿ τα μουγγά τα δειλινά,
θ᾿ αναπολώ γλυκά, -ποιος ξέρει-,
και θα με σφάζει πιο πολύ, σαν ένα μακρινό βιολί,
το περασμένο καλοκαίρι…