Σελίδες

Τετάρτη 7 Νοεμβρίου 2012

Τα τραγούδια τ' αγιασμένα -Μάνος Ελευθερίου

Τα τραγούδια θέλουν πόνο θέλουν κι αναστεναγμό
Και να μοιάζουν με μια αγάπη που δεν έχει τελειωμό
Τα τραγούδια θέλουν αίμα και κουβέντες σοβαρές
Δε σηκώνουνε το ψέμα κι ούτε σχέσεις πονηρές
Τα τραγούδια πρέπει να `χουν μια ζωή αληθινή
Να νομίζει ο καθένας πως γι’ αυτόν έχουν γραφτεί
Πως ο ίδιος τα `χει γράψει με καρδιά και με ψυχή(Mάνος Ελευθερίου)

«Δεν είναι κόσμος εδώ και μήτε τόπος για να ζήσουμε.
Χρυσάφι ντροπής στοιβάζουν οι άνθρωποι.
Ευεργετούν τον πλούτο και ελεούν το ασήμαντο».
«Δεν είναι κόσμος εδώ», (Μάνος Ελευθερίου).


Από τη συλλογή «Η ΠΟΡΤΑ ΤΗΣ ΠΗΝΕΛΟΠΗΣ»,Μάνος Ελευθερίου
Η ΠΟΡΤΑ ΤΗΣ ΠΗΝΕΛΟΠΗΣ

Μοιάζει μαρμάρινη στήλη με τα εγχάρακτα
ονόματα ανθρώπων που έπεσαν για την πατρίδα.
Κάθεται χρόνια μπροστά στην πόρτα της.
Ποτέ στη ζωή της δε σηκώθηκε από ’κει.


Ίσως εκεί γεννήθηκε στα πένθη της και γέρασε.
Νερό των πεθαμένων πίνει, της Σελήνης.
Φοράει μαύρα και πενθεί.
Και για πολλούς πενθεί κι ίσως για μένα.

Ποτέ κανείς δεν πέρασε απ’ την πόρτα της.
Ποτέ κανείς να τη ρωτήσει πώς και τι.
Μονάχα εγώ ψωμάκι και τυράκι της πηγαίνω
και το χαρίζει στους αγίους.


Μια πόρτα στο χρώμα ακριβώς της στάχτης.
Ξύλο ναυαγίου, σκεβρωμένη, γριά πόρτα.
Μ’ ανοιγμένες φλέβες ξερές απ’ τον ήλιο
ίδιες με τα πλοκάμια χταποδιού
και τη χυμένη σκουριά της σάπιας κλειδαριάς.


Χρώμα σαν τα φτερά πολλών πουλιών
και των αγγέλων.

ΜΕΣ ΣΤΑ ΒΙΒΛΙΑ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ

Χιόνι κρατούσα κι έλειωνε σαν τις ελπίδες των ανθρώπων.

Ζούσα τότε θυμάμαι σ’ άλλες εποχές.

Φύλαξες τα χρυσά φιλιά μες στ’ αργυρά κουτάκια.

Φύλλα ξερά της δάφνης και φύλλα Παραδείσου.

Μες στα βιβλία της αγάπης και μέσα στα λευκώματα

κι αυτό που δεν μπορεί να υποσχεθεί.



Είναι λοιπόν καημοί που τους περνάμε μόνοι μας.

Κι είναι καημοί που μοιραζόμαστε πολλοί.

Κι ο πόνος ο ελληνικός δεν έχει τέλος.

ΤΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ
Σαν να ’ταν αύριο που θα γίνονταν όλα.
Και το αναμμένο φως στο κομοδίνο
να ξορκίζει και να αναβάλλει το θάνατο.
Κι έτσι σιγά σιγά που γέρνεις και γερνάς
στο θάνατο του ύπνου
μόλις εκείνες τις στιγμές καταλαβαίνεις
ότι γνωρίζεις όλες τις παλιές αλήθειες
αλλά ποτέ δε θα μπορέσεις να τις αποδείξεις.
Αχ πόσα μας επιφυλάσσει ακόμη
το παρελθόν.

Στη  γειτονιά του Μάνου Ελευθερίου

Σ' αυτή τη γειτονιά 

 Η σούστα πήγαινε μπροστά

κι ο μάγκας τοίχο-τοίχο
δεν έτυχε στα χρόνια αυτά
τίποτα να πετύχω.

 Το παλικάρι έχει καημό
κι εγώ στα μάτια το κοιτώ
και το κοιτώ και δε μιλώ
απόψε, απόψε που έχει τον 
καημό
Στα καλντερίμια συζητούν
ως το πρωί γειτόνοι
μα σκοτεινιάζει ο καιρός
και στις καρδιές νυχτώνει


Άλλος για Χίο τράβηξε πήγε
κι άλλος για Μυτιλήνη
κι άλλος στης Σύρας τα στενά
αίμα και δάκρυα πίνει

Σ' αυτή τη γειτονιά

Δίψασα στην πόρτα σου γι' αγάπη
κι έγειρα γλυκά να κοιμηθώ

Αν ήταν άστρα τα φιλιά σου
σ' ένα κουτί θα κλείδωνα

Έγειρα στο παραθύρι
για να σε συλλογιστώ,
σαν κλαδί που έχει γείρει
σ' ένα σπιτικό κλειστό.

Σ'αυτή τη γειτονιά
 Ό,τι από σένα τώρα έχει μείνει
σε μια φωτογραφία της στιγμής
είναι αυτό που δεν τολμούν τα χείλη
σ' εκείνο το τοπίο της βροχής.



Σ' αυτή τη γειτονιά
Πήρα χιόνι και βροχή
να φτιάξω κόσμο απ' την αρχή
κι αυτόν να περπατήσω

Έφτιαξα ένα κόσμο για τους άλλουςΚαι τους είχα δίπλα στους μεγάλους
στους αγγέλους δίχως πειρα

και να πίνουν μόνο αγιασμούς.
Ένα γράμμα θα σου στείλω
να διαβάσεις αν μπορείς
για να δεις πως είμαι φύλλο
πεταμένο καταγής



Σ'αυτή τη γειτονιά 
Στις ανθισμένες νερατζιές
θα βρεις την κιβωτό σου.
Τέσσερις τοίχοι στις φωτιές
θα ταξιδέψουν τις νυχτιές
και το παράπονό σου.

Γίναν τ’ αηδόνια μας καπνός
και ποιος θα μας μιλήσει
που σκοτεινιάζει ο καιρός
και κλαίει σαν μια βρύση.
Σ' αυτή τη γειτονιά
Απ' το κακό και τ' άδικο διωγμένος 
κι όπως ενήστευες τη δίκοπη ζωή,
σε βρήκα ξαφνικά σημαδεμένο,
να σ' έχει ο κάτω κόσμος ξεγραμμένο
κι ο πάνω κόσμος νά 'ναι οι τροχοί,
που σ' έχουν στα στενά κυνηγημένο.

Σ' αυτή τη γειτονιάΚρυφά και φανερά σ' ακολουθούνε
οι συμμορίες κ' οι βασανιστές
και ψάχνουν μέρα νύχτα να σε βρούνε,
μα δεν υπάρχει δρόμος να δι
αβούνε 
γιατί ποτέ δεν ήταν Ποιητές
το χώμα που πατούν να προσκυνούνε.
Σ'αυτή τη γειτονιά
Ζήσαμε και δε ζήσαμε
και μόνο π' αγαπήσαμε
με μια καρδιά κι έναν καημό
και μ' έναν αναστεναγ
μό

Ένας άπονος αέρας
μ' έχει φέρει ως εδώ
και στο γύρισμα της μέρας
είπα να σε ξαναδώ

Οι δολοφόνοι τραγουδούν
Για κάποιους άλλους δολοφόνους
Που ζουν μες στα κελιά με πόνους
και άσπρη μέρα δε θα δουν

Πως έγινε όμως κι οι αγιογδύτες
Πιάσανε όλα τα στενά
Σημερινά και χθεσινά
Ως και στον Γάμο εν Κανά.

Σ'αυτή τη γειτονιά
Οι ελεύθεροι κι ωραίοι ζουν σε κάποιες φυλακές
μες τα τείχη που ‘χει χτίσει ο καθένας για να ζήσει
τις μεγάλες του στιγμές

Τ΄ αγιάζι μου τρυπάει τα μάτια
θά 'ναι δε θά 'ναι τέσσερις το πρωί
καρφώνουν οι φονιάδες την αυγή.
Μα ποιος μιλάει για δάκρυα;

Αν κάτι κάποτε σωθεί
και που γι αυτό κάποιος μιλήσει
Μόνο αυτός θα εξηγήσει
Πως πήγε ανάποδα η ζωή
Πως έγινε κι οι τζογαδόροι
Πήραν στα χέρια το σχοινί
Και παίξαν πάνω στη σκηνή

Το ρόλο πρωταγωνιστή.
Σ'αυτή τη γειτονιά 
Στης ανάγκης τα θρανία
και στης φτώχειας το σχολειό
μάθαμε την κοινωνία

και τον πόνο τον παλιό
Παραπονεμένα λόγια
έχουν τα τραγούδια μας
γιατί τ' άδικο το ζούμε
μέσα από την κούνια μας


Τα λόγια και τα χρόνια τα χαμένα
και τους καημούς που σκέπασε καπνός
η ξενιτιά τα βρήκε αδελφωμένα
Κι οι ξαφνικές χαρές που ήρθαν για μένα
ήταν σε δάσος μαύρο κεραυνός
κι οι λογισμοί που μπόρεσα για σένα

Και σου μιλώ σ' αυλές και σε μπαλκόνια
και σε χαμένους κήπους του Θεού

κι όλο θαρρώ πως έρχονται τ' αηδόνια
με τα χαμένα λόγια και τα χρόνια
εκεί που πρώτα ήσουνα παντού
και τώρα μες στο κρύο και στα χιόνια
.


Σ'αυτή τη γειτονιά/
Είν' αρρώστια τα τραγούδια που αγαπάς να λέω
αναμμένο καρβουνάκι που κρατώ και
κλαίω
Είν’ αρρώστια τα τραγούδια τι θαρρείς
βρες αγάπες άλλες φως μου να χαρείς
τα τραγούδια που έχουν αίμα και καρδιά
είν’ αρρώστια που δε γίνεται καλά



Σ' αυτή τη γειτονιά

Αν κάτι κάποτε σωθεί/μέσα στην  'Αγια  μέθη/θα'ναι Τραγούδια αγιασμένα/με σκοπούς ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΥΣ
Τα τραγούδια τ' αγιασμένα /σαν φιλιά ειναι καρφωμένα /στον αέρα /όπως τ' άστρα /που κοιτάς .
Τραγούδια που φυλάξαμε σαν ''συναξάρια'' στο μέρος της Καρδιάς.
Τον ευχαριστούμε/ μας έμαθε πως :''Πάντα κάτι μένει/ για να πεις...Μαρία Λαμπράκη

Τετάρτη 17 Οκτωβρίου 2012

Σ' ένα τραγούδι /χάθηκα

Tα τραγούδια είναι /οι πιο ωραίοι ''κλέφτες''
Παίρνουν ''κρυφά'' τις αναμνήσεις σου /στιγμές απ ' το παρελθόν
Και στις επιστρέφουν ως ''λάφυρα'' της μνήμης /όταν τις χρειαστείς ...
Σ' ένα τραγούδι /χάθηκα ''μέσα'' μου  /κι αυτό το βράδυ.(Μ.Λ)

Το τραγούδι "Χάθηκα μέσα στη ζωή μου" από το θεατρικό έργο της Λούλας Αναγνωστάκη "Διαμάντια και Μπλουζ" (1990-91) γράφτηκε ειδικά για τη φωνή της Τζένης Καρέζη και δεν επιτρέπεται καμιά άλλη επανεκτέλεση. Ελένη Καραΐνδρου.
Ήταν η τελευταία παράσταση της Τζένης..





Στίχοι: Γιώργος Λεκάκης

Ερμηνεία -Μ.Λιδάκης 
Μουσική: Αρμός
Cd: Αμόνι και νερό

Αμόνι και νερό, έτσι ήταν η αγάπη σου
με έλουζε με φως, μα εγώ ήμουν σκοτεινός

αμόνι και νερό, έτσι ήταν η αγάπη σου
στο πέλαγο γυαλί, τη νύχτα ανατολή

και χάθηκες και χάθηκα, μαράθηκες μαράθηκα
πριν πούμε σ' αγαπώ εμείς οι δυο

και χάθηκες και χάθηκα σαν καραβάκια χάρτινα
που πήρε η βροχή κι η ενοχή


Στίχοι: Γιάννης Θεοδωράκης
Μουσική: Μίκης Θεοδωράκης
Πρώτη εκτέλεση: Μίκης Θεοδωράκης

Χάθηκα,
Μέσα στους δρόμους που μ' έδεσαν για πάντα

Μαζί με τα σοκάκια, μαζί με τα λιμάνια

Χάθηκα, Γιατί δεν είχα τα φτερά και είχα εσένα Κατινιώ
Γιατ' είχα όνειρα πολλά
Και το λιμάνι, 
και το λιμάνι είναι μικρό
Γιατ' ήμουν πάντα μόνος
Και θα 'μαι πάντα μόνος.


Στίχοι: Στέλιος Χατζημιχαήλ.
Μουσική: Γιώργος Σταυριανός.
Πρώτη εκτέλεση: Ελένη Βιτάλη, στον δίσκο «Άνεμος είναι», 1990.

Δρόμοι που χάθηκα
με σένα πλάι μου
δεν είσαι εδώ
σκιά που έφυγε
μέσα στη θύμηση
ήσουν εσύ

Σβήνεις και χάνεσαι
κι όμως ξανάρχεσαι
κι ακροβατώ