Σελίδες

Τετάρτη 27 Μαΐου 2015

Αιγαίο Πέλαγος! Το σταυροδρόμι των θεών και των μύθων!

Ηλιοβασίλεμα στην Σαντορίνη
''Ένα δειλινό στο Αιγαίο περιλαμβάνει τη χαρά και τη λύπη σε τόσο ίσες δόσεις που δε μένει στο τέλος παρά η αλήθεια.'' Μικρός Ναυτίλος Ο. Ελύτης
                                 Αιγαίο Πέλαγος
                     Το σταυροδρόμι των θεών και των μύθων

Το Αιγαίο Πέλαγος  υπήρξε πά­ντοτε γέφυρα επικοινωνίας μεταξύ ηπείρων, κοιτίδα πολιτισμών και πηγή έμπνευ­σης και δημιουργίας. Μέσω αυτού διακινήθηκαν αγαθά και ιδέες. Υπήρξε το σταυροδρόμι όπου συναντήθηκαν νοο­τροπίες και πολιτισμοί τριών διαφο­ρετικών ηπείρων.
Η Πορτάρα της Νάξου                       
                    
Αιγαίο Πέλαγος 
                                    Αλμυρό λιόγερμα
                                    Πηγή Φωτός
                                   Φως της Ελλάδας !     
       Αιγαίο Πέλαγος
Ιστορία της Γνώσης και του Πολιτισμού
                      Μια πέτρα
                     Ενα μάρμαρο
             Μια ηλιαχτίδα βουτηγμένη στο Πέλαγος !  
Το αγαλμα της Ερατώ, που βρισκεται στην εισοδο του λιμανιου των Καταπόλων, Αμοργός
Πηγή φωτογραφίας http://www.panoramio.com/photo/23821128
                    

                                  Αιγαίο Πέλαγος
Κάθε κύμα, κάθε σταγόνα του Αιγαίου, ένα δάκρυ αγωνίας, ένας αναστεναγμός δροσιάς και αλμύρας
στα τοπία της παιδικής μας αναθροφής.            
   Αιγαίο Πέλαγος
  Η έκσταση της μνήμης με  τόσες εναλλαγές                                        
   Η μνήμη
   Η μνήμη μας                    
                         ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΥΤΕΠΙΓΝΩΣΗ
        
Ο Μύθος

Σύμφωνα με τη μυθολογία, το όνομά του προέρχεται από τον Αιγαία, βασιλιά της Αθήνας και πατέρα του Θησέα, ο οποίος έπεσε και πνίγηκε στα νερά του πελάγους από το ναό του Ποσειδώνα στο Σούνιο.

 Εκτός από αυτό το μύθο όμως υπάρχουν και άλλες εκδοχές, που μπορεί και να είναι οι πραγματικές.Η εκδοχή της Αιγηίδας μιλάει για τη μεγάλη στεριά που βρισκόταν στη θέση που καλύπτει σήμερα η θάλασσα του Αιγαίου.
Στις αρχές του Μειόκαινου, οι γεωλογικές αναταράξεις κάνουν να αναδυθεί από τα νερά η Αιγηίδα.

 Το όνομα Αιγηίς δεν διαφέρει στη ρίζα του από το όνομα Αιγαίο. Είναι προφανές ότι το όνομα Αιγηίς έχει δοθεί πολύ μετά αφ' ότου συνέβησαν οι μεταβολές που διαμόρφωσαν το τοπίο.
Όμως, ουδείς αμφιβάλλει ότι το όνομα Αιγαίο είναι προϊστορικό. Η καταφυγή στους μύθους είναι κι εδώ αναγκαία, τη στιγμή που δεν υπάρχουν άλλου είδους μαρτυρίες.


 Ο Σουϊδας στο λεξικό του γράφει: «Αιγαίον πέλαγος το φοβερώτατον» και είναι αλήθεια ότι αυτή η θάλασσα με τα πολλά στενά περάσματά της ανάμεσα στα νησιά είναι μια ορμητική θάλασσα. 

Το Αιγαίο ταξιδεύει τα νερά του μέσα από μύθους μυστικούς, σιρίτια του ήλιου και κλωστές φωτός, που καταδύονται στα θαλάμια των χταποδιών για να γίνουν ύστερα τοιχογραφίες στην Ξεστή της Σαντορίνης.

Πηγή  http://theseus-aegean.blogspot.gr/2013/03/blog-post_26.html

Αγιος Νικόλαος-ΥδραPhoto: David Ellis

«Ω αμάραντο πέλαγο, τι ψιθυρίζεις πες μου!»-Οδυσσέας Ελύτης

Ποίηση για το Αιγαίο

 H θαλασσινή αιγαιοπελαγίτικη εμπειρία αποτελεί μόνιμο, προσφιλές και συχνά κεντρι­κό θέμα των Ελλήνων συγγραφέων και ποιητών, από την εποχή των αρχαίων λυρικών ως την εντελώς σύγχρονη παραγω­γή

 Δεν είναι τυχαίο ότι και οι δύο Νομπελίστες της Ελλάδος έγραψαν για το Αιγαίο Πέλαγος τη Θάλασσα και την περιπέτεια του ανθρώπου: Ο Γιώργος Σεφέρης (Νομπέλ Λογοτεχνίας το 1963) και ο Οδυσσέας Ελύτης (Νομπέλ Λογοτεχνίας το  1979).

 Αιγαίο:Η θάλασσα που ύμνησαν οι μεγάλοι μας ποιητές.
Ο Οδυσσέας Ελύτης γνωστός και ως ο «ποιητής του Αιγαίου», ο Γιώργος Σεφέρης, ο Γιάννης Ρίτσος είναι μόνο μερικοί από εκείνους που άφησαν τους ανέμους να «παρασύρουν» τη πέννα τους, αναδεικνύοντας με ευαισθησία και οξύνια την ομορφιά, τις ιδιαιτερότητες και την μοναδικότητα ενός τόπου με το   απέραντο γαλάζιο της θάλασσας και του ουρανού, τα δαντελωτά ακρογιάλια, το άσπρο των σπιτιών με τις ανθισμένες αυλές (δυόσμο και βασιλικό).
Μα πάνω απ' όλα, το Απολλώνιο-Αιγαιοπελαγίτικο φως! Φως του κόσμου, μοναδικό! 


Ναός της Ίσιδος, Δήλος

Σύρος

Σύρος, ηλιοβασίλεμα στο ΚίνιΠΕΡΙΚΛΗΣ ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ (1871-1910)
Αἰγαίου Ἑσπερινός(αποσπάσματα)

... Ὁ ἥλιος ἔπεσεν ὄπισθεν της πόλεως Σύρου... Παντοῦ βασιλεύει σιγή, οὐδαμοῦ σείεται αὔρας πνοή: παντοῦ ἁπλώνεται νωχέλεια θερμοτάτη καὶ ἡ θάλασσα πνιγμένη ἀδρανεῖ. Πτερόεντα πλοιάρια ὅπου ἔτυχαν μένουν κολλημένα μὲ διπλωμένα τὰ πτερά, σὰν πτηνὰ ἀναπαυόμενα ἐπάνω εἰς νερά.

... Ὅταν τὸ πολυάνεμον, πολυκύμαντον καὶ πολυθόρυβον ρεῦμα τοῦ Αἰγαίου, τοῦ ὁποίου ἡ διάθεσις διευθύνει τὴν ζωὴν καὶ τὴν ἔκφρασιν ὅλων τῶν νησιωτικῶν ὄντων ἠρεμεῖ, ὅλα λαμβάνουν ὄψιν ἄλλην, ὄψιν νέαν.
Τότε ἀπὸ ὅλων τῶν σημείων ἀναφαίνονται ὁλοφάνεροι μεγαλονόμεναι, ὑπερυψούμεναι καὶ πλησιάζουσαι ἐν σιγῇ, αἱ κυλοῦσαι τὸν ὁρίζοντα νῆσοι, σὰν νὰ τελῆται ἱερουργία τις καὶ μέγα τι ἐν τῇ φύσει νὰ συντελῆται.

... Ἀζωγράφιστος, ἀτραγούδιστος, ἀνεκλάλητος εἶναι τότε ὁ χορὸς τῶν Νυμφῶν τοῦ Αἰγαίου, στέφανος ἀνθισμένης ἡδυπάθειας.

... Εἰς τὴν ἀθόρυβον πόλιν τῆς Σύρου, ποὺ λάμπει μὲ τοὺς κυανολεύκους καὶ ροδολεύκους χαρωποὺς οἰκίσκους ποὺ ἀναβαίνουν ὁ ἕνας εἰς τοὺς ὤμους τοῦ ἄλλου, ἕως τὴν κορυφὴν τῶν δύο κωνικῶν της βουνῶν, διὰ νὰ ἰδοῦν μὲ μάτια λάμποντα καὶ πλησίον τοῦ μόλου σχήματα ἀνθρώπων καθισμένα μελανὰ καὶ ἄφωνα, ἔχουν τὸν ἀέρα ἀκολουθούντων νωχελῶς λειτουργίαν ἢ ἀγαθῶν γελαδινῶν ζῴων ἁπλῶς ἠρεμούντων. 

Εἰς τὸν ἐρυθροκίτρινον κυματοθραύστην βρεφῶν καὶ δουλαρίων σμῆνος σὰν ἔντομα πολύχρωμα. 

ΠΕΡΙΚΛΗΣ ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ

Διαβάστε ολόκληρο το πεζό ποίημα/εδώ 

Το Αιγαίο του Οδυσσέα Ελύτη
Ο ίδιος  απαντάει για τον χαρακτηρισμό του ως ‘ποιητής του Αιγαίου’ ως εξείς:Στην Ελλάδα ο χαρακτηρισμός «ποιητής του Αιγαίου» δεν είναι άστοχος, αλλά παρερμηνεύεται.Κι αυτό γιατί έχουμε τη συνήθεια να παίρνουμε τα πράγματα «ξώπετσα». 

Επειδή ο κόσμος,  όταν ακούει «ποιητής του Αιγαίου»,  πιστεύει ότι είναι ένας φυσιολάτρης, ένας άνθρωπος που βλέπει σαν τουρίστας τη θάλασσα και τα νησιά,  που κάνει κάτι ανάλογο μ’ αυτό που θά’καναν οι καρτ-ποστάλ των νησιών. 

Δεν είναι καθόλου αυτό.Είναι μια τρισχιλιόχρονη παράδοση, που περνά μέσα από το Αιγαίο-κι εγώ ειδικά, επειδή κατάγομαι από τη Λέσβο, όπου γεννήθηκε η λυρική ποίηση της Σαπφώς κι έχω ζήσει σ’όλα τα νησιά( όπου π.χ. στην Πάρο ήταν ο Αρχίλοχος και στην Αμοργό ο Σημωνίδης)΄έχω άμεση σχέση της συνέχειας. 

Και όταν μιλώ για το φως, για τη θάλασσα, για τους ανέμους, αυτά αναλογούν σε άλλα πράγματα βαθύτερα, που βρίσκονται σ’ ένα υπερβατικό επίπεδο.Είναι δύσκολο για τον αναγνώστη, ακόμη και τον μυημένο, με πρώτη ματιά να τα δει αυτά, αλλά με τον καιρό σιγά-σιγά βλέπω ότι η νεότερη γενιά τα αισθάνεται. 

Δηλαδή φορτίζω-όπως είπε ένας κριτικός- με ηθικές δυνάμεις τα φυσικά στοιχεία, και αυτό δεν έχει καμιά σχέση με τη συμμρετρία την απλή.
Γι’ αυτό αντιδρώ λιγάκι στον τίτλο «ποιητής του Αιγαίου». 

Ουσιαστικά όμως είμαι, γιατί δεν τό ΄κανα επίτηδες. Δεν ξύπνησα ένα πρωί και είπα: είμαι ο ποιητής του Αιγαίου. Έτσι είναι η εμπειρία μου. Γιατί έζησα κα μεγάλωσα στα νησιά’.

Ρόδος: Η Ακρόπολη της Λίνδου
Απόσπασμα από τα ‘ΑΝΟΙΧΤΑ ΧΑΡΤΙΑ’:
‘ΚΑΠΟΤΕ ΟΤΑΝ ΕΓΡΑΨΑ ότι ‘βουτώντας στη θάλασσα μ’ ανοιχτά μάτια είχα την αίσθηση ότι έφερνα σ’επαφή το δέρμα μου μ’εκείνο το λευκό της  μνήμης που με κυνηγούσε από κάποιο χωρίο του Πλάτωνα’, το περάσανε για Κινέζικα.

Κι όμως είναι μέσα στα πιο καθαρόαιμα ελληνικά που ο τιμονιέρης βρίσκει το ζύγι στο πλεούμενό του, με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που το έβρισκε ο Ικτίνος στον Παρθενώνα.
Είναι σ’ αυτά που οι ενέργειες π.χ. ενός μεγάλου πολιτικού εγγίζουν την καθαρότητα του πλέον ευγενικού μαρμάρου.

Είναι σ’αυτά όπου το πιο υψηλό ερωτικό αίσθημα φτάνει ως τη στιφή γεύση του μαύρου σταφυλιού.

Κάτι που δίνει λαβή να πιστεέψει κανείς ότι οι ποιητές παίζουνε με τις λέξεις ενώ στην πραγματικότητα εάν το καλοσκεφθείς, σοβαρεύονται κατά τι περισσότερο απ’ ότι το επιτρέπει η συνομιλία μπροστά σε μιαν οθόνη κλειστή, χωρίς κανέναν ορίζοντα.

Το Αιγαίο δεν έχει οθόνη, δεν απέκτησε ποτέ.
Είναι από ύλη ή πνεύμα ( δεν έχει σημασία) οδηγημένα στο ουσιώδες.

Το παν – για ότι πιθανόν το ακατάλυπτο αντιπροσωπεύει- είναι η διαύγεια. Η δυνατότητα να βλέπεις μες απ’ το πρώτο και το δεύτερο και το τρίτο και το πολλοστό επίπεδο μιας και μόνης πραγματικότητας, το μονοδιάστατο και συνάμα πολύφθογγο σημείο της μεταφορικής τους σημιολογία




''Τώρα θά ῾χω σιμά μου ἕνα λαγήνι ἀθάνατο νερό
Θά ῾χω ἕνα σχῆμα λευτεριᾶς ἀνέμου ποὺ κλονίζει
Κι ἐκεῖνα τὰ χέρια σου ὅπου θὰ τυραννιέται ὁ ἔρωτας
Κι ἐκεῖνο τὸ κοχύλι σου ὅπου θ᾿ ἀντηχεῖ τὸ Αἰγαῖο.''
(Προσανατολισμοί) ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ


ΒΑΘΥ ΓΑΛΑΖΙΟ

 VI
Σε μάτιασαν οι νύφες του βυθού
Οι λευκές του μαϊστρου ερινύες
Ανάβοντας τη ζήλια του κορμιού
Μα όταν γελάσαν οι ανυφάντρες του ήλιου
Που φιλοδόξησαν ένα καμάρι επίγειο
Άξαφνα πήρες τη βαφή του απείρου.

Τώρα καθώς πατάω μες τις πλαγιές
Στα κουκουνάρια που φυσώντας έστρωσεν
Άνεμος γητευτής με χείλια βαθυγάλαζα
Καθώς γλιστράω στα τσάμια της κατηφοριάς
Κι ανοίγω τα φτερά στο βλέμμα σου το απέραντο


Καθώς ταιριάζω στου βοριά το στόμα μια υμνωδία
Μου φέγγει ο κόλπος το βαθύ μουρμούρισμα της άμμου
Και βλέπω ανθούς να πέφτουνε στα καθαρά νερά
Φύκια μελαχρινά στου φλοίσβου το νανούρισμα
Κανάτια υπομονετικά στου Αιγαίου τα παραθύρια.

Και βλέπω ακόμα ένα και μόνο βαθύχρωμο πουλί
Να πίνεται απ' το αίνιγμα της αγκαλιάς σου
Όπως η νύχτα πίνεται από την αυγή
Όπως η αίγλη από τις μορφές των αγαλμάτων.
ΣΥΡΟΣ
Αγιος Δημήτριος-Σύρος

Οδυσσέας Ελύτης .

"ΗΛΙΟΣ Ο ΠΡΩΤΟΣ"

 Λίγη ξερή, τριμμένη στα δάχτυλά σου, μέντα σε πάει ολόισια στη σκέψη των Ιώνων. Τα χάδια σου είναι η μετάθεση μιας απαλής μουσικής, με όλα τα andante και τα allegro της, πάνω στην επιδερμίδα. 

Κι εκείνο το φυτό αντικρύ σου, που διαιρεί άνισα πλην σωστά το χώρο, είναι η αόρατη γεωμετρία που διέπει στο βάθος ολάκερη την οικουμένη. 

Να, αυτή είναι μια ελευθερία πραγματική, που έχει τη δύναμη τη γενική ν’ αναστέλλει όλες τις επιμέρους αναστολές σου και να σε κάνει, κάθε φορά που τρως μια συναγρίδα ψητή, να τρως κι από λίγο Αιγαίο, με αντίς λεμόνι δυο τρεις οξείς στίχους του Αρχίλοχου.

 Ἀπὸ τοὺς πολύποδες τῶν κρητικῶν ἀγγείων ἢ

τὰ φτερόψαρα τῶν πρόσφατων τοιχογραφιῶν τῆς Σαντορίνης,

ἀπὸ τὸ θαλασσινὸ ἀνάμεσα σὲ δυὸ κολῶνες ἄνοιγμα κάποιου ναοῦ

ἢ τὸ γεωμετρικὸ καθήλωμα ἑνὸς αὐλητῆ σὲ μάρμαρο παριανό,

ξεσηκώνεται, σὰν ἀέρας ἐλαφρότατου γραιγολεβάντε, κάποια αἴσθηση «ἅγια»,

ὅπως θὰ λέγαμε πρωθύστερα…

Ὀδυσσέας Ἐλύτης, ἀπὸ τὸ «Σχέδιο γιὰ μίαν εἰσαγωγὴ στὸ χῶρο τοῦ Αίγαίου»

Σέριφος
‘Μπροστά στη ράχη της Σέριφος , όταν ανεβαίνει ο ήλιος , τα πυροβόλα όλων των μεγάλων κοσμοθεωριών παθαίνουν αφλογιστία. 
Ο νους ξεπερνιέται από μερικά κύματα και λίγες πέτρες, κάτι παράλογο ίσως¨ παρ’ όλ’ αυτά ικανό να ξαναφέρει τον άνθρωπο στις πραγματικές του διαστάσεις.

Επειδή τι άλλο θα του ήτανε χρήσιμο να ζήσει;
Αν του αρέσει να ξεκινά λάθος είναι επειδή δεν θέλει να ακούσει.

Ερήμην του, το Αιγαίο, λέει και ξαναλέει εδώ και χιλιάδες χρόνια, με το στόμα του φλοίσβου σ’ ένα μήκος ακτών απέραντο: α υ τ ό ς  ε ί σ α ι!’
Οδυσσέας Ελύτης - Προσανατολισμοί (1940)

Προσωπογραφία του Ελύτη
Δέρπαπας Γεώργιος
Χρονολογία: 1984
ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ
ΤΑ ΠΑΘΗ(Aπόσπασμα)

ΙΔΟΥ εγώ λοιπόν,
ο πλασμένος για τις μικρές Κόρες και τα νησιά του Αιγαίου

ο εραστής του σκιρτήματος των ζαρκαδιών
και μύστης των φύλλων της ελιάς
ο ηλιοπότης και ακριδοκτόνος.

Μοίρα των αθώων, είσαι η δική μου η Μοίρα!
Η Παναγία η Παντοχαρά του Ελύτη, στη Σίκινο
''Καμιά φωνή δεν πάει χαμένη στους κόρφους τ' ουρανού
Φωνές και χρώματα ηχερά. Στο μακρινό ξωκλήσι του πουνέντε...''Ο-Ελύτης)

Το τάμα του Ελύτη

Τον περασμένο Αύγουστο έγιναν τα θυρανοίξια του αφιερωμένου στη Παναγιά την Παντοχαρά μικρού ναού, στη Σίκινο που ποτέ δεν επισκέφτηκε αλλά ύμνησε και ξεχώρισε για την παράξενη ομορφιά της,
«Η Παναγιά το πέλαγο/κρατούσε στην ποδιά της/τη Σίκινο, την Αμοργό/ και τ' άλλα τα παιδιά της», γράφει ο ποιητής στη συλλογή «Τα Ρω του Έρωτα». 


 Ποτέ όμως δεν επισκέφτηκε το νησί, όπως διευκρινίζεται σε αναθηματική πλακέτα στον τοίχο του ναού, δεξιά της εισόδου.
Θαύμαζε τη Σίκινο μακρόθεν:
«Η Σίκινος για τον Ελύτη εκφράζει την παρθένα, καθαρή Ελλάδα. Του άρεσε και ο ήχος της λέξης "Σίκινος"», λέει ο Αλέξανδρος Σαμαράς.

Η τοποθεσία που επιλέχθηκε για την ανέγερση του ξωκλησιού, όπως εξηγεί ο ίδιος, είναι ένας χώρος απλός, αιγαιοπελαγίτικος, που έχει μια φυσική ομορφιά και αθωότητα. 

Βλέπει ανεμπόδιστα στο Αιγαίο, κοιτάει στον βορρά και στο βάθος φαίνεται η Σίφνος, «Το εκκλησάκι βρίσκεται επάνω στον "αέρα"».
 Πελεκημένη στην πέτρα στο υπέρθυρο της εκκλησιάς διαβάζουμε τη φράση : «Παρθένω Σικινίω Οδυσσέας Ελύτης ανέθηκε»


ΕΙΜΑΙ ΤΟΥ ΟΛΙΓΟΥ και του ακριβούς. Δεν υπήρξα ποτέ του τρίτου προσώπου. Τρέφομαι από το δ υ σ και το ε υ που κατά περίσταση προσφέρω.
Αρνούμαι όμως τροφή στους χορτάτους που ζητούν ολοένα κι άλλη, κι άλλη πείνα. Θα 'τανε σα να επεδίωκα να ιδιοποιηθώ τα ίδια μου τα υπάρχοντα.

 Κατά τα άλλα, συχνάζω εκεί όπου κάθε θολούρα, ως κι ο καπνός του τσιγάρου μου ακόμη εξουδετερώνεται απ’ το θαλασσάκι που φυλάγει καλού-κακού για χάρη μου στο βορειοδυτικό της ντουλαπάκι η Παναγιά η Παντοχαρά.Αυτά λέει ο Οδυσσέας Ελύτης στον Κήπο με τις αυταπάτες. 
Κι ακόμα λέει εκεί κάπου παρακάτω :Έρχομαι ...στην Παρθένο της Σικίνου πριν να υπάρξει...
Σίκινος
Σίκινος

Όταν χαράζει στο Αιγαίο... 


Πηγές πληροφοριών
http://panagiotisandriopoulos.blogspot.gr/2011/03/blog-post_7015.html

 http://www.aegeanislands.gr/my-aegean.html
http://www.tovima.gr/culture/article/?aid=414471
Επιμέλεια κειμένων, Μαρία Λαμπράκη
Ο Γιώργος Σεφέρης (Σμύρνη 13 Μαρτίου 1900 – Αθήνα 20 Σεπτεμβρίου 1971) είναι ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες ποιητές και εκ των δύο μοναδικών βραβευμένων με το Νόμπελ Λογοτεχνίας Ελλήνων, μαζί με τον Οδυσσέα Ελύτη.

Copy and WIN : http://ow.ly/KNICZ

Τετάρτη 29 Απριλίου 2015

Oδυσσέας Ελύτης, Ἡ συναυλία τῶν γυακίνθων

1938.  Μάρτιος: Ο Οδυσσέας Ελύτης, απολύεται από το στρατό. Γράφει τα ποιήματα «Μαρίνα των βράχων» «Ηλικία της γλαυκής θύμησης».

 16 Απριλίου, στο περ. Νεοελληνικά Γράμματα ο Μήτσος Παπανικολάου δημοσιεύει το άρθρο «Ο ποιητής Οδυσσέας Ελύτης», το οποίο κατά κάποιο τρόπο τον καθιερώνει.

 Αρχές του καλοκαιριού, εγκαινιάζουν με τον Νίκο Γκάτσο το φιλολογικό στέκι του καφενείου Λουμίδη, που θα διατηρηθεί για πάρα πολλά χρόνια. 
Επίσης το «Ηραίον» (γωνία Πατησίων και Αγίου Μελετίου), που θα γνωρίσει δόξες ως την έναρξη του πολέμου.

 Αύγουστος: Ταξιδεύει στην Πάρο και Νάξο με το πλοίο «Ακρόπολης». Συμπληρώνει τις σειρές «Αιθρίες» και «Η συναυλία των γυακίνθων».
Ἡ συναυλία τῶν γυακίνθων

– Ι –

Στάσου λιγάκι πιὸ κοντά στὴ σιωπή καὶ μάζεψε τὰ μαλλιὰ τῆς νύχτας αὐτῆς ποὺ ὀνειρεύεται γυμνό τὸ σῶμα της. Ἔχει πολλοὺς ὁρίζοντες, πολλὲς πυξίδες, καὶ μιὰ μοῖρα ποὺ καίει ἀκούραστη κάθε φορά καὶ τὰ πενήντα δύο χαρτιά της. Ὕστερα ξαναρχίζει μὲ κάτι ἄλλο – μὲ τὸ χέρι σου, ποὺ τοῦ δίνει μαργαριτάρια γιὰ νὰ βρεῖ ἕνα πόθο, ἕνα νησίδιο ὕπνου.

Στάσου λιγάκι πιὸ κοντά στὴ σιωπή κι ἀγκάλιασε τὴν πελώριαν ἄγκυρα ποὺ ἡγεμονεύει στοὺς βυθούς. Σὲ λίγο θὰ ’ναι στὰ σύννεφα. Κι ἐσὺ δέ θὰ καταλαβαίνεις, μὰ θὰ κλαῖς, θὰ κλαῖς γιὰ νὰ σὲ φιλήσω, κι ὅταν πάω ν’ ἀνοίξω μιὰ σχισμή στὸ ψέμμα, ἕνα μικρό γαλανό φεγγίτη στὴ μέθη, θὰ μὲ δαγκάσεις. Μικρή, ζηλιάρα της ψυχῆς μου σκιά, γεννήτρα μιᾶς μουσικῆς κάτω ἀπ’ τὸ σεληνόφωτο

Στάσου λιγάκι κοντά μου.

– ΙΙ –

Ἐδῶ – μέσα στὰ πρώιμα ψιθυρίσματα τῶν πόθων, ἔνιωσες γιὰ πρώτη φορὰ τὴν ὀδυνηρή εὐτυχία τοῦ νὰ ζῇς! Μεγάλα κι ἀμφίβολα πουλιά σχίζαν τὶς παρθενιές τῶν κόσμων σου. Σ' ἕνα σεντόνι ἁπλωμένο ἔβλεπαν οἱ κύκνοι τὰ μελλοντικά τους ἄσματα κι ἀπὸ κάθε πτυχή τῆς νύχτας ξεκινοῦσαν τινάζοντας τὰ ὄνειρά τους μὲς στὰ νερά, ταυτίζοντας τὴν ὕπαρξή τους μὲ τὴν ὕπαρξη τῶν ἀγκαλιῶν ποὺ προσμέναν.

Μὰ τὰ βήματα ποὺ δέν ἔσβησαν τὰ δάση τους ἀλλὰ στάθηκαν στὴ γλαυκή κόχη τ' οὐρανοῦ καὶ τῶν ματιῶν σου τί γύρευαν; Ποιὸ ἕναστρο ἁμάρτημα πλησίαζε τοὺς χτύπους τῆς ἀπελπισίας σου;
Μήτε ἡ λίμνη, μήτε ἡ εὐαισθησία της, μήτε τὸ εὔφλεκτο φάντασμα δυὸ συνεννοημένων χεριῶν, δέν ἀξιώθηκαν ποτέ ν' ἀντιμετωπίσουν ἕνα τέτοιο ρόδινο ἀναστάτωμα.

– VΙΙ –

Συγκίνηση. Τὰ φύλλα τρέμουν ζώντας μαζί καὶ ζώντας χωριστά πάνω στὶς λεῦκες ποὺ μοιράζουν ἄνεμο. Πρὶν ἀπ’ τὰ μάτια σου εἶναι αὐτός ποὺ φυγαδεύει αὐτές τὶς θύμησες, αὐτὰ τὰ βότσαλα – τὶς χίμαιρες! Ἡ ὥρα εἶναι ρευστή κι ἐσὺ στυλώνεσαι πάνω της ἀκάνθινη.

 Συλλογίζομαι αὐτοὺς ποὺ δὲ δεχτήκανε ποτέ ναυαγοσωστικά. Ποὺ ἀγαποῦν τὸ φῶς κάτω ἀπ’ τὰ βλέφαρα, ποὺ σὰ μεσουρανήσει ὁ ὕπνος ἄγρυπνοι μελετοῦνε τ’ ἀνοιχτὰ τους χέρια.

Καὶ θέλω νὰ κλείσω τοὺς κύκλους ποὺ ἄνοιξαν τὰ δικά σου δάχτυλα, νὰ ἐφαρμόσω ἐπάνω τοὺς τὸν οὐρανό γιὰ νὰ μὴν εἶναι πιὰ ποτὲ ὁ στερνός τους λόγος ἄλλος.
Μίλησέ μου∙ ἀλλὰ μίλησέ μου γιὰ δάκρυα.

– Χ –

Ἀκόμα μιὰ φορά μέσα στὶς κερασιές τὰ δυσεύρετα χείλη σου. Ἀκόμα μιὰ φορά μέσα στὶς φυτικές αἰῶρες τ’ ἀρχαῖα σου ὄνειρα. Μιὰ φορά μέσα στ’ ἀρχαῖα σου ὄνειρα τὰ τραγούδια ποὺ ἀνάβουν καὶ χάνονται. Μέσα σ’ αὐτά ποὺ ἀνάβουν καὶ χάνονται τὰ ζεστά μυστικά τοῦ κόσμου. Τὰ μυστικά τοῦ κόσμου.

– ΧΙΙΙ –

Πές μου τὴ νεφελόπαρτη ὥρα ποὺ σὲ κυρίεψε ὅταν ἡ βροντὴ προηγήθηκε τῆς καρδιᾶς μου. Πές μου τὸ χέρι ποὺ προχώρησε τὸ δικό μου χέρι μέσα στὴν ξενιτιά τῆς θλίψης σου. Πές μου τὸ διάστημα καὶ τὸ φῶς καὶ τὸ σκοτάδι – τὸ παρείσαχτο κυμάτισμα ἑνὸς τρυφεροῦ ἰδιωτικοῦ Σεπτέμβρη.

Καὶ σκόρπισε τὴν ἴριδα, στεφάνωσέ με!

– ΧX –


Τόσο φῶς ποὺ κι ἡ γυμνή γραμμή ἀπαθανατίστηκε. Τὸ νερὸ σφάλισε τοὺς ὅρμους. Τὸ μονάκριβο δέντρο ἰχνογράφησε τὸ διάστημα.
Τώρα δὲ μένει παρὰ νὰ ’ρθεις ἐσύ ὤ! σμιλεμένη ἀπὸ τὴν πεῖρα τῶν ἀνέμων καὶ ν’ ἀντικαταστήσεις τὸ ἄγαλμα. Δὲ μένει παρὰ νὰ ’ρθεις ἐσύ καὶ νὰ γυρίσεις τὰ μάτια σου πρὸς τὸ πέλαγος ποὺ πιά δὲ θὰ ’ναι ἄλλο ἀπὸ τ’ὁλοζώντανο τὸ ἀδιάκοπο τὸ αἰώνιο ψιθύρισμά σου.
Δὲ μένει παρὰ νὰ τελειώσεις στοὺς ὁρίζοντες. 
-Ο. Ελύτης, «Η συναυλία των υακίνθων»
VIII
Στο βυθό της μουσικής τα ίδια πράγματα σ’ ακολουθούν μετουσιωμέ-
να. Η ζωή παντού μιμείται τον εαυτό της. Κι εσύ κρατώντας το φώ-
σφορο στην παλάμη σου κυκλοφορείς ασάλευτη μέσα στις ίνες της
πελώριας τύχης. Και τα μαλλιά σου ποτισμένα στην Ενάτη καμπυ-
λώνουν τις θύμησες και περνούν τους φθόγγους στο στερνό αέτωμα
της αμφιλύκης.

Πρόσεξε! Η φωνή που άλλοτε ξεχνούσες ανθίζει τώρα στο στήθος
σου. Το κοράλλι αυτό που ανάβει ολομόναχο είναι το τάξιμο που δεν
έστερξες ποτές σου. Κι η μεγάλη πυρά που θα σ’ αφάνιζε είναι αυτός
ο ανάλαφρος ίλιγγος που σε δένει μ’ απόχρωση αγωνίας στα λοίσθια
των μενεξέδων.
Στο βυθό της μουσικής συνταξιδεύουμε…