Σελίδες

Σάββατο 5 Οκτωβρίου 2019

Ποιήματα με θέμα τους πρόσφυγες

Τελευταῖος Σταθμὸς-Γιώργος Σεφέρης (απόσπασμα)

Πάλι τὰ ἴδια καὶ τὰ ἴδια, θὰ μοῦ πεῖς, φίλε. /
Ὅμως τὴ σκέψη τοῦ πρόσφυγα τὴ σκέψη τοῦ αἰχμαλώτου τὴ σκέψη / τοῦ ἀνθρώπου σὰν κατὰντησε κι αὐτὸς πραμάτεια / δοκίμασε νὰ τὴν ἀλλάξεις, δέν μπορεῖς.

Child from Syria
By Πρόσφυγες στην άμμο, Νίκος-Αλέξης Ασλάνογλου
Νύχτωνε στην Ελ Μίνα και πυκνή
σιωπή ανέβαινε απ’ τη μεριά της θάλασσας
κι αντάμωνε το κάστρο· ολημερίς
ξαπλώνονταν αμίλητο και σκυθρωπό
σα μουδιασμένο ζώο
Τότε ξεχώρισα ήχο πνιχτό καθώς το φύλλο
που τσαλακώνεται μέσα σε χέρια ανάρμοστα
γρατσούνισμα σε σώμα ακάθαρτο, αρρωστημένο
Κι είδα έναν Άραβα μικρό, σημαδεμένο
έφεγγαν χέρια, πρόσωπο, μάτια κι ήταν όλος
χιλιάδες που άφηναν τη γη τους κι επιστρέφανε
μέσα στην άμμο, σε σκηνές, στο άσπρο φως.
Κι όταν μιλούσε δάκρυζε η φωνή του και όλο ικέτευε
για κάποια θέση στη ζωή ή έστω αντίσταση
στο θάνατο που ερχότανε αργά και τον ρουφούσε
Μα εγώ έπλενα τα χέρια μου. Άγρια μοναξιά
τα χρόνια που έφευγαν με είχανε ποτίσει

Νίκος-Αλέξης Ασλάνογλου, Κληρονομήσαμε την καρδιά
Κληρονομήσαμε την καρδιά των παιδιών
με τα μικρά ξαφνικά τους ναυάγια

Όταν νυχτώσει ξεφυλλίζονται σα ρόδα
αρωματίζοντας ταράτσες και παράθυρα
αιμορραγούν κρυφά μες στα βιβλία
Πόσα απ' αυτά δε μας φωταγωγούν ακόμα
Από τη συλλογή Ποιήματα για ένα καλοκαίρι (1963)
Νίκος-Αλέξης Ασλάνογλου, ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΠΟΙΗΜΑ
Πριν από μέρες, φτάνοντας στο σπίτι
προχωρημένο απόγευμα, ήλιος σβησμένος
με τα μεγάφωνα ανοιχτά, στο πάτωμα απλωμένα
σε τρόμο ασταμάτητο άναβες, ξοδευόσουν
στην άσφαλτο που πύρωσε τη μέρα, και το βράδυ
τη μεταφέρουν σκοτωμένα φώτα ηλεχτρικά.

Γιατί το αργό χαλάρωμα
μες στο κενό, το επίμονο ψιχάλισμα
στα κλειδωμένα βλέφαρα, τραβώντας τις κουρτίνες
γίνεται βάρδια εξαντλητική.
Γιατί αυτή η ερήμωση
δεν είναι ποίημα, μουσική ή μαλακό φθινόπωρο
δε συνηθίζεται σα ρούχο – είναι τα μάτια ενός παιδιού
πνιγμένου...
Πρόσφυγες, Γιώργος Χουλιάρας
Από την άλλη πλευρά
της φωτογραφίας γράφω για να θυμάμαι
όχι το πού και πότε αλλά ποιος
Δεν είμαι εγώ στη φωτογραφία
Τίποτε δεν μας άφησαν
να πάρουμε μαζί μας
Μόνον αυτή την φωτογραφία

Αν τη γυρίσετε από την άλλη θα με δείτε
Εσύ είσαι στη φωτογραφία, με ρωτούν
Δεν ξέρω τι να σας πω
Από τη συλλογή Δρόμοι της μελάνης (2005)
πηγή
 Andro.gr [ http://www.andro.gr
Θανάσης Χατζόπουλος, «Οι μετανάστες της θλίψης»
 Η θλίψη ακατοίκητη ψάχνει τους μετανάστες της
Όπως έφυγαν για ν’ αστράφτει Απ’ το κενό,
το άδειο της σπίτι
Με τις ίδιες κινήσεις της ψυχής
 Σαν ν’ άλλαξαν δρόμο και να ’στριψαν
σ’ ενός μικρού Παράδρομου
την ιστορία για ν’ αγοράσουν
Της μέρας το ψωμί,
 ένα καρβέλι στα δύο

Μίλια θολά μετακινήθηκαν με τα ίδια μάτια
 Ακίνητα, αμετακίνητα να κοιτούν τον κόσμο
Έναν κόσμο ίδιο στοιχισμένο σε άλλη σειρά
Έναν ίδιο κόσμο στη φωτεινή του μεριά
Σκοτεινότερο κι από την αυγή
Μη αντέχοντας να πουν το ίδιο παράπονο
Μία δεύτερη φορά,
 με τον ίδιο λόγο που τους ξερίζωσε Από κει,
μυριάδες ριπές αέρα πιο πέρα ασάλευτοι
 Και πάλι στο ίδιο παράπονο πνιγμένοι ζωντανοί
Εδώ περισσότερο απ’ ό,τι εκεί
Η θλίψη ακατοίκητη φέρνει τους μετανάστες της
 Στον άλλο τόπο,
να ηχεί από απόσταση
τόσο Σώμα σαν κέλυφος κενό.
(Από τη συλλογή «Πρόσωπο με τη γη», εκδ. Γαβριηλίδης, 2012)

Πικρή ξενιτιά. Ούτε γράμμα, ούτε χτύπημα της πόρτας. Τίποτα. Ένα σπουργίτι κάθισε στο παράθυρό μου μ” ένα στίχο της Σαπφούς στο ράμφος του.

Διαβάστε περισσότερα: https://www.kar.org.gr/2015/02/04/%CF%86%CE%B5%CF%81%CE%B5%CF%8A%CE%BD%CF%84%CE%BF%CF%8D%CE%BD-%CF%86%CE%B1%CF%81%CE%B9%CE%AC%CE%BD%CF%84-%CE%AD%CE%BD%CE%B1%CF%82-%CE%BC%CE%AC%CE%B3%CE%BF%CF%82-%CF%80%CE%BF%CE%B9%CE%B7%CF%84%CE%AE/