Σελίδες

Δευτέρα 29 Αυγούστου 2016

Σκέψεις ατάκτως ερριμμένες-(Μαρία Λαμπράκη)

Οταν η νύχτα γίνεται δοξάρι
στα σώματα των Εραστών

 Ο Ερωτας παίζει στα δάχτυλα
την πιο ωραία μουσική
Ηρθε κάποτε απροσδόκητα
με την αλήθεια του
να ομορφήνει τα παραμύθια της
'Ανοιξε την αγκαλιά του
κι οι γλυκόπικροι ανθοί της μοναξιάς
σκορπίστηκαν σαν τα πουλιά.
Θ' αλλάξουμε σώματα κάποτε
 απο Ερωτα  πεθαίνοντας πρώτα...  
Γιατί πληγώνουν τα δέντρα;
Τόσες πολλές καρδιές 

χαραγμένες πάνω τους...
Αναρωτιέμαι

Τι γυρεύουν τα μαχαίρια
στα χέρια των Ερωτευμένων;
Σε χρυσή βελόνα πέρασε το νήμα της η νύχτα
Παρτο (είπε) στ' όνειρο

να ράψεις τις πληγές του κόσμου....
Ανύποπτες ώρες αργοκυλούν στους λεπτοδείχτες
και πάνω τους ασθμαίνοντας οι επιθυμίες...
Για όσα δεν είπαμε,
εκείνα που ίσως...
Θυμάμαι ακόμα τα λόγια σου
Μην έρχεσαι μαζί μου (είπες)

ο έρωτας είναι γυαλί 

που κόβει βαθιά
Χμ, κανείς δεν σου είπε πως
χρόνια τώρα περπατώ με τα πόδια γυμνά

πάνω στα σπασμένα γυαλιά
του Ερωτά σου;
Ακόμα και η πιο όμορφη νύχτα
κρύβει μέσα της
μια υποψία μελαγχολίας...
Σαν να κλαίει κάπου μακριά

 ένα μοναχικό σαξόφωνο
 Οταν τραγουδάς τη νύχτα
χαμηλώνει το φεγγάρι
και ξαγρυπνά μαζί σου.
Γλυκόπικροι στοχασμοί
λέξεις και αισθήματα
Συνωμοσία στην αυγή...
Χάδι στην καινούργια μέρα...
Γύρισε ανάποδα την κλεψύδρα του ο χρόνος
Η νύχτα φωνάζει τ' όνομά σου
Απο τις στάχτες της μνήμης / θα σε ανασύρω
εκεί αφήνει πάντα /το υστερόγραφό του/ ο
Ερωτας
Για να θυμίζει πως/όλα ξεκίνησαν απο μια Φωτιά...
Στην ανάδυση του φεγγαριού
λύγισε ο μίσχος των ματιών σου
Ενα φιλί σου έστειλα
με την θάλασσα την αφροστολισμένη
κι άνθισαν τα νυχτολούλουδα
του Ερωτα...
Αν σταματούσε ο χρόνος
 στις θάλλασες του Ερωτα
θα κολυμούσαμε για πάντα στα νερά του.
Κι έτσι όπως δυο κύκνοι 
κάτω απο το φως του φεγγαριού,
τραβώντας ίσια για το νησί του ονείρου
θα δρασκελούσαμε  το φράγμα του χρόνου,
φωτίζοντας με ολόχρυσες ανταύγειες το Απειρο.
Κείμενα, Μαρία Λαμπράκη





                  

Σάββατο 23 Ιουλίου 2016

Η Θάλασσα κι εσύ

Δίπλα στη θάλασσα...
Αμήχανη να κοιτάζω τα φώτα της νύχτας
Καθώς καθρεφτιζόταν στα νερά της
Xιλιάδες σπαρμένα μάτια παντού...
Ο κόσμος ξημερώνει...
Πέρα απο τις γραμμές των οριζόντων
Φεγγοβολούσε το πρώτο φως της Αυγής
Θεέ μου (είπα)
Τόση ομορφιά πως να χωρέσει μέσα μου;

Τα χέρια όπως πάντα τους αβέβαια
Το χάδι μετέωρο στους κραδασμούς των κυμάτων
Οι λέξεις κρύβονται πίσω απο τον μπερντέ του καπνού
Ενα τσιγάρο σιγοκαίει στο τασάκι
Για όλα είπαμε ή σχεδόν για όλα...
Κανείς, όμως, δεν τόλμησε να πει μια λέξη
Σ' αυτή την πόλη των εκατομμυρίων μόνων...

Σε λίγο ξημερώνει...
Αντίο
Χάρηκα
μια βιαστική αγκαλιά...
Κανείς δεν είπε
Κανείς δεν τόλμησε
Κι έμεινε το φιλί αταξίδευτο
Στην άκρη των χειλιών μας
Να κόβει σαν γυαλί
Και τώρα;
Κάθε φορά που μιλώ για σένα
Ματώνουν οι λέξεις. (Μαρία Λαμπράκη)



Έρωτας είναι

Τα μάτια σου κι η θάλασσα

απέραντό μου γίνε

Έρωτας είναι

το κύμα που λαχτάρισε

ν' ακούσει αυτό το μείνε

Απόψε....